- θειαζόλιο
- Ετεροκυκλική ένωση του τύπου C3H3SN. Μοιάζει πολύ με την πυριδίτη. Είναι άχρωμο, πολύ πτητικό υγρό, με σημείο βρασμού 117°C και λαμβάνεται ύστερα από κατεργασία της αμινοθειαζόλης με νιτρώδες αιθύλιο και αλκοόλη.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σουλφαθειαζόλιο — το, Ν χημ. δικυκλική αρωματική οργανική ένωση με αντιμικροβιακή δράση, σουλφαμίδη που χρησιμοποιείται σήμερα κυρίως στην κτηνιατρική για την καταπολέμηση ασθενειών οι οποίες οφείλονται στον στρεπτόκοκκο, τον σταφυλόκοκκο, την παστερέλλα και την… … Dictionary of Greek